- επιπρόσθεσις
- ἐπιπρόσθεσις, ἡ (Α)τοποθέτηση μπροστά από κάτι, απόκρυψη κάποιου πράγματος.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἐπιπρόσθεσις — occultation fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιπροσθέσεις — ἐπιπρόσθεσις occultation fem nom/voc pl (attic epic) ἐπιπρόσθεσις occultation fem nom/acc pl (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιπροσθέσεσιν — ἐπιπρόσθεσις occultation fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιπρόσθεσιν — ἐπιπρόσθεσις occultation fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιπροσθέσεων — ἐπιπροσθέσεω̆ν , ἐπιπρόσθεσις occultation fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιπροσθέσεως — ἐπιπροσθέσεω̆ς , ἐπιπρόσθεσις occultation fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)